Του Τάσου Ρέτζιου
Ως το τέλος αυτής της δεκαετίας το δημόσιο χρέος παγκοσμίως θα φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ, κάπου κοντά στο 100%, γεγονός που είχε να συμβεί από το 1948. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο που κάνει αυτές τις εκτιμήσεις, βλέπει ακόμα μεγαλύτερο δημόσιο χρέος για την Ευρώπη, που θα κυμανθεί στο 130%.
Οι τάσεις θα είναι αυξητικές και οι εκτιμήσεις θα αναπροσαρμοστούν, αν δεν ληφθούν μέτρα και αν δεν αλλάξει ο τρόπος σκέψης και δανεισμού πολλών χωρών. Και όχι, -έκπληξη!- αυτό δεν αφορά στην Ελλάδα. Μπορεί τώρα να είμαστε στο 145,4% του ΑΕΠ , αλλά η τάση είναι διαρκώς μειούμενη, αφού για το 2026 το ελληνικό δημόσιο χρέος εκτιμάται ότι θα είναι 137,6% και θα φτάσει στο 118% πριν το τέλος της δεκαετίας. Αρκετά χαμηλότερο από αυτό χωρών που κατά τη διάρκεια της κρίσης μας έδιναν μαθήματα δημοσιονομικού ορθολογισμού. Σημειώστε, δε, πως το 2020 ήμασταν στο 210%.
Στα μέσα Δεκεμβρίου η χώρα θα προχωρήσει στην πρόωρη εξόφληση των διμερών δανείων με τις χώρες της ευρωζώνης, ενώ και το διαβόητο ορόσημο του 2032 μάλλον δεν πρέπει πλέον να μας απασχολεί, αφού υπήρξε διευθέτηση των αναβαλλόμενων τόκων του δεύτερου μνημονίου. Επιπρόσθετα τα ταμειακά διαθέσιμα θα παραμείνουν υψηλά παρά τις πρόωρες αποπληρωμές και σε συνδυασμό με τα μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα θα βλέπουμε το χρέος να μειώνεται όλο και περισσότερο.
Ακούω ήδη τις φωνές από το βάθος: καλά όλα αυτά, αλλά πώς μετουσιώνεται, πώς μεταφράζεται όλο αυτό στην ευρύτερη κοινωνία και ειδικότερα στα χαμηλότερα οικονομικά στρώματά της; Θα θυμηθούμε το γνωστό ρητό που λέει οι αριθμοί ευημερούν, αλλά οι άνθρωποι υποφέρουν; Ή μήπως όλη αυτή η ανάπτυξη μέσω μείωσης χρέους κατευθύνεται προνομιακά σε συγκεκριμένους τομείς και συμφέροντα;
Οι απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα δεν είναι εύκολες, πόσο μάλλον που διαδοχικές κυβερνήσεις έχουν δώσει δείγματα γραφής τόσο από τη μια κατεύθυνση (της ανάλγητης πολιτικής των αριθμών) όσο και από την άλλη (της λαϊκιστικής υπερβολής των επιδομάτων). Αυτό που αποφεύγουμε, όμως, να συζητήσουμε, πέρα από τις δυνατότητές μας, είναι και ότι δημόσιο χρέος, δανειακές μοχλεύσεις και αυξήσεις επιπέδων δεν έχουν να κάνουν μόνο με εμάς, αλλά και με τις επόμενες γενιές.
Η παγκόσμια κοινότητα δανείζεται εις βάρος των μελλοντικών πολιτών, ακόμα και όταν αυτό δεν είναι και τόσο αναγκαίο – όπως συνέβη με την αύξηση του χρέους που «αποφάσισε» σύσσωμος ο πλανήτης για να αντιμετωπιστεί η πανδημία και οι επιπτώσεις της. Και (σύμπτωση άραγε;) όσο λιγότερη δημοκρατία υπάρχει σε μια χώρα, τόσο μεγαλύτερο δημόσιο χρέος έχει – μια ματιά στις… πρωτοπόρες αρκεί. Αν και δύσκολα μια οποιαδήποτε κυβέρνηση θα αρνηθεί την εύκολη λύση του δανεισμού, ειδικά όταν ο λογαριασμός θα έρθει αρκετά αργότερα…
Μ’ αυτά και με εκείνα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να «κλέψουμε» τις επόμενες γενιές, να τις φορτώσουμε με βάρη που δεν είναι δικά τους και τελικά να τις εκπαιδεύσουμε σε μια δανεική ζωή. Ας μην ξαφνιαζόμαστε μετά που ο ανθός αυτών των γενιών μας χτυπάει απαλά στην πλάτη και ρίχνει μαύρη πέτρα πίσω του…
Επομένως; Επομένως θα πρέπει να αξιοποιήσουμε τα καλά νέα της μείωσης του δημόσιου χρέους μας, ασκώντας μια πολιτική επόμενων γενιών. Πράγμα που σημαίνει επένδυση εκεί που ο αντίκτυπος διαρκεί περισσότερο από μια τετραετία. Σημαίνει σχολεία που δεν στάζουν, πανεπιστήμια που καινοτομούν, συστήματα υγείας που δεν κλυδωνίζονται με την πρώτη κρίση, πόλεις που αντέχουν στο κλίμα που αλλάζει. Σημαίνει φορολογική σταθερότητα, σοβαρή αξιολόγηση δαπανών, στοχευμένες ενισχύσεις αντί για οριζόντια «φιλοδωρήματα» και πάνω απ’ όλα μια εθνική συμφωνία ότι το εύκολο σήμερα γίνεται θηλιά αύριο.
Αν θέλουμε πραγματικά να μην παραδώσουμε ένα «γραμμάτιο» στις επόμενες γενιές, τότε πρέπει να πάψουμε να λειτουργούμε σαν να είμαστε οι τελευταίοι ένοικοι αυτού του τόπου. Να σταματήσουμε να χτίζουμε πολιτικές πάνω σε πρόσκαιρες ανάγκες και να ξεκινήσουμε να θεμελιώνουμε επιλογές που θα αντέξουν για δεκαετίες.
Γιατί η μείωση του χρέους δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι μια ευκαιρία. Μια σπάνια, επίπονα κερδισμένη ευκαιρία να ξανασχεδιάσουμε το μέλλον – όχι μόνο το δικό μας, αλλά και εκείνων που δεν έχουν ακόμα γεννηθεί. Και το λιγότερο που τους οφείλουμε, είναι ένα καλύτερο ξεκίνημα από το δικό μας.
Το χρέος κατεβαίνει, η ευθύνη ανεβαίνει. Τώρα χρωστάμε το μέλλον
Νοεμβρίου 19, 2025



























