«Σαν τέτοια ώρα στο βουνό ο Παύλος πληγωμένος, μες τα νερά του αυλακιού ήτανε ξαπλωμένος», τραγούδησε με περηφάνια ο ελληνικός λαός για τον πρωτεργάτη της απελευθέρωσης της μακεδονικής γης, που στις 13 Οκτωβρίου του 1904 «έπεσε» υπέρ της Πατρίδος.
Γράφει ο Χάρης Αποστολόπουλος
Με αφορμή λοιπόν τις διαφορές με τους Σκοπιανούς και το μακεδονικό ζήτημα, το οποίο είναι ξανά στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας το ET Magazine του EleftherosTypos.gr, ετοίμασε ένα αφιέρωμα για τον Παύλο Μελά ή αλλιώς τον θρυλικό Καπετάν Μίκη Ζέζα.
Ο Παύλος Μελάς (29/03/1870 – 13/10/1904) ήταν αξιωματικός πυροβολικού του ελληνικού στρατού. Ήταν γιος του Μιχαήλ Μελά και γαμπρός του Στέφανου Δραγούμη. Ήταν από τους πρωτεργάτες του Μακεδονικού αγώνα και πέθανε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες κατά τη διάρκεια επιχειρήσεων στην περιοχή της Μακεδονίας. Στην Ελλάδα θεωρείται ηρωική φιγούρα και έχουν ονομαστεί προς τιμήν του, τόσο το χωριό Μελάς της Καστοριάς όσο και ο δήμος Παύλου Μελά στην κεντρική Μακεδονία.
Τα πρώτα βιώματα και ερεθίσματα
Γεννήθηκε στη Μασσαλία της Νότιας Γαλλίας στις 29 Μαρτίου του 1870. Ηταν ένα από τα επτά παιδιά του Ηπειρώτη έμπορου Μιχαήλ Μελά και της Ελένης Βουτσινά, κόρης εύπορου Κεφαλλονίτη εμπόρου από την Οδησσό. Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από τον Παρακάλαμο Πωγωνίου της Ηπείρου, όπου ακόμα σώζονται τα ερείπια του οικογενειακού πύργου. Η οικογένεια του μετακινήθηκε στην Αθήνα το 1874.
Εκείνη την περίοδο, το κύριο εθνικό και πολιτικό ιδεολογικό ρεύμα στην Ελλάδα ήταν η Μεγάλη Ιδέα, η διεύρυνση δηλαδή των ελληνικών συνόρων ώστε να συμπεριληφθούν ελληνικοί πληθυσμοί που βρίσκονταν υπό ξένη κυριαρχία. Ο πατέρας του Μελά συμμεριζόταν αυτό το όραμα και δαπάνησε σημαντικό μέρος της προσωπικής του περιουσίας για την πραγμάτωση του. Ασχολήθηκε με την πολιτική, έγινε κατά περιόδους δήμαρχος Αθηναίων και βουλευτής Αττικής ενώ το 1896 τέλεσε πρόεδρος της Εθνικής Εταιρείας, μιας μυστικής εθνικιστικής οργάνωσης της οποίας μέλος ήταν και ο Παύλος.
Παιδεία και οικογένεια
Το 1885 ο Μελάς ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και τον επόμενο χρόνο εισήχθη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων απ’ όπου αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός το 1891. Παράλληλα γνώρισε τη Ναταλία Δραγούμη, κόρη του πολιτικού και μέλλοντα πρωθυπουργού, Στέφανου Δραγούμη και αδερφή του Ίωνα Δραγούμη. Ο Στέφανος Δραγούμης ήταν επίσης φλογερός εθνικιστής και είχε εμφυσήσει στα παιδιά του αντίστοιχα ιδανικά. Ο Μελάς και η Δραγούμη, παντρεύτηκαν τον Οκτώβριο του 1892 και απέκτησαν δύο παιδιά: Τον Μιχάλη (χαϊδευτικά Μίκης) το 1895 και τη Ζωή (χαϊδευτικά Ζέζα) δύο χρόνια αργότερα.
Η συμμετοχή στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897
Στις 12 Φεβρουαρίου του 1897 o Μελάς υπηρετούσε ως αρχιφύλακας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών όταν τον κάλεσαν να επιστρέψει με τους άνδρες του στο στρατώνα του πυροβολικού. Υπό την πίεση της Εθνικής Εταιρείας και ενάντια στη θέληση των Μεγάλων Δυνάμεων, η ελληνική κυβέρνηση είχε αποφασίσει να στείλει εκστρατευτικό σώμα στην Κρήτη για τη στήριξη της εκεί επανάστασης. Ο Μελάς απογοητευμένος έμαθε πως η μονάδα του δεν περιλαμβανόταν στο εκστρατευτικό σώμα. Την επόμενη μέρα όμως ανακοινώθηκε πως η πεδινή πυροβολαρχία του, υπό τη διοίκηση του πρίγκιπα Νικολάου, θα μετέβαινε στη Λάρισα. Στις 16 Φεβρουαρίου η μονάδα αναχώρησε με πλοίο από τον Πειραιά και μέσω Χαλκίδας και με το σιδηρόδρομο από το Βόλο έφτασε στη Λάρισα. Η αποτυχημένη εισβολή Ελλήνων ατάκτων στη Μακεδονία, οργανωμένων από την Εθνική Εταιρεία, στις 9 Απριλίου έδωσε στην οθωμανική κυβέρνηση την αφορμή που αναζητούσε για την κήρυξη πολέμου.
Στις 18 Απριλίου έγινε η διακοπή των διπλωματικών σχέσεων των δύο χωρών και η κήρυξη του πολέμου. Ο Μελάς στα ημερολόγια του εμφανίζεται ενθουσιασμένος από την έναρξη των εχθροπραξιών, όμως η γρήγορη αρνητική τροπή των πραγμάτων, η άτακτη υποχώρηση του ελληνικού στρατού και η εκκένωση της Λάρισας τον απογοήτευσαν. Στις 18 Μαΐου με την είδηση της ανακωχής από τηλεγράφημα του πατέρα του αρρώστησε με υψηλό πυρετό και ο γιατρός τον έστειλε στη Λαμία και στη συνέχεια στο πλωτό νοσοκομείο Θεσσαλία όπου υπηρετούσε ως εθελόντρια νοσοκόμα η σύζυγος του Ναταλία. Μαζί επέστρεψαν στο οικογενειακό του σπίτι στην Αθήνα όπου ανάρρωσε για μία εβδομάδα και στη συνέχεια ζήτησε και επέστρεψε στη Λαμία. Θα επέστρεφε σύντομα ξανά στην Αθήνα λόγω της ασθένειας του πατέρα του, ο οποίος πέθανε στις 17 Ιουνίου.
Μακεδονική δράση
Τη νύχτα της 27ης με 28ης Αυγούστου ο Παύλος Μελάς με το επιχειρησιακό όνομα «Καπετάν Μίκης Ζέζας», με ένοπλο σώμα 35 ανδρών, που το αποτελούσαν Μακεδόνες, Μανιάτες και Κρητικοί, διέβη τα ελληνοοθωμανικά σύνορα και εισέβαλε στα εδάφη της Μακεδονίας, κοντά στο Όστροβο (σημερινή Άρνισσα). Στις 30 Αυγούστου ο ληστής Θανάσης Βάγιας, τον οποίο ο Μελάς είχε προσλάβει ως οδηγό, λιποτάκτησε και στη συνέχεια κατέδωσε το σώμα του Μελά στους Οθωμανούς. Τις επόμενες μέρες, το σώμα του Μελά περιπλανήθηκε στην περιοχή της Σαμαρίνας, με τον ασυνήθιστο σε κακουχίες Μελά να καταπονείται ιδιαίτερα. Στις 5 Σεπτεμβρίου, ύστερα από πορεία πολλών ημερών όπου αντιμετώπισαν την καχυποψία του τοπικού πληθυσμού, ο Μελάς και οι σύντροφοι του έφθασαν στο χωριό Ζάνσκο όπου τους βοήθησε και εφοδίασε πρόσωπο της εμπιστοσύνης τους.
Στη συνέχεια κατευθύνθηκε στο χωριό Μπελκαμένη όπου τους υποδέχτηκαν μυστικά Έλληνες του χωριού. Το απόγευμα της επόμενης μέρας το σώμα μπήκε στο χωριό και υποχρέωσε τον Ρουμάνο δάσκαλο σε φυγή. Νωρίς το βράδυ, το σώμα κατευθύνθηκε για να χτυπήσει το σλαβόφωνο χωριό Νερέτ (σημερινός Πολυπόταμος). Την επόμενη μέρα όμως, τα σχέδια τους ανατράπηκαν, όταν συνειδητοποίησαν πως στο χωριό βρισκόταν σημαντική δύναμη του οθωμανικού στρατού. Κατά τη διάρκεια της άτακτης φυγής, τραυματίστηκε θανάσιμα ο συνεργάτης του Μελά, Θανάσης Καπετανόπουλος. Ο Μελάς τον σκέπασε με την κάπα του, στην οποία είχε αφήσει από αμέλεια ένα γράμμα του Καπετανόπουλου προς τον Δημήτριο Καλλέργη, τον Έλληνα πρόξενο στο Μοναστήρι. Η εύρεση της επιστολής θα οδηγούσε αργότερα σε διάβημα της Υψηλής Πύλης προς την ελληνική κυβέρνηση και την ανάκληση του Καλλέργη. Ύστερα από το επεισόδιο αυτό, το σώμα του Μελά κράτησε χαμηλό προφίλ και για αρκετές μέρες έμεινε στη Νεγοβάνη (σημερινό Φλάμπουρο).
Στις 12 Οκτωβρίου, ύστερα από αποτυχημένη επιδρομή στο Νερέτ, ο Μελάς και η ομάδα του κατευθύνθηκαν στα Στάτιστα (σημερινός Μελάς), ένα χωριό που τότε ήταν πλειοψηφικά σλαβόφωνο. Στο χωριό, ο ντόπιος συνεργάτης του Μελά, Ντίνας Στεργίου, μοίρασε τους άνδρες της ομάδας σε πέντε σπίτια. Στο χωριό όμως, υπήρχε οργανωμένος βουλγαρικός πυρήνας, μέλος του οποίου ειδοποίησε τον οθωμανικό στρατό για την παρουσία του ελληνικού σώματος. Στις 13 Οκτωβρίου το χωριό περικυκλώθηκε από οθωμανικό απόσπασμα 150 ανδρών και ξεκίνησαν αψιμαχίες. Το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας, θα έβρισκε τον Μελά νεκρό υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες.
Για τις ακριβείς συνθήκες του θανάτου του Μελά υπάρχει πλήθος εκδοχών. Κάποια στιγμή το οθωμανικό απόσπασμα εντόπισε ένα από τα κρυσφύγετα των Ελλήνων και ξέσπασαν πυροβολισμοί. Οι περισσότερες αφηγήσεις συντρόφων του Μελά αμφισβητούν το ότι υπήρξε σημαντική μάχη και είναι αμφίβολο αν ο Μελάς και όσοι ήταν μαζί του συμμετείχαν. Όλες οι εκδοχές συγκλίνουν πως κάποια στιγμή τη νύχτα ο Μελάς προσπάθησε να διαφύγει, όμως τραυματίστηκε θανάσιμα. Οι μαρτυρίες ποικίλουν για το αν ο Μελάς ύστερα από τον τραυματισμό του απεβίωσε, αυτοκτόνησε, ζήτησε από τον Ντίνα να τον αποτελειώσει ή ο τελευταίος τον σκότωσε αυτόβουλα. Φαίνεται να ήταν ο μοναδικός νεκρός της ελληνικής πλευράς. Σύμφωνα με μια αφήγηση των συμβάντων που διαδόθηκε από τις εφημερίδες της εποχής, πέθανε στα χέρια του φίλου του, Γεώργιου Στρατινάκη και η τελευταία του φράση πριν ξεψυχήσει ήταν «Βούλγαρος να μη μείνει». Ωστόσο, η εκδοχή αυτή δεν επιβεβαιώνεται από καμία μαρτυρία.
Γύρω από το σώμα του νεκρού Παύλου Μελά εκτυλίχθηκε μια διπλωματική επιχείρηση για την παραλαβή και ενταφιασμό του. Οι Έλληνες δεν ήθελαν να γίνει γνωστή στους Οθωμανούς η ταυτότητα και το στρατιωτικό αξίωμα του νεκρού, διότι αυτό θα δημιουργούσε διπλωματική κρίση. Αρχικά, ο νεκρός θάφτηκε από τους χωρικούς έξω από τη Στάτιστα ενώ οι Οθωμανοί δεν γνώριζαν την ταυτότητά του. Αργότερα, ο Ντίνας απεσταλμένος της ελληνικής πλευράς (πιθανώς του Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη ή του οπλαρχηγού Κύρου) επιχείρησε να ξεθάψει και να μεταφέρει αλλού τον νεκρό.
Υστεροφημία
Ο Παύλος Μελάς, παρά τη μικρή του συμβολή στο στρατιωτικό σκέλος των ελληνικών επιχειρήσεων στη Μακεδονία, χάρη στη στάση του και την εκτεταμένη δημοσιότητα που απέκτησε ο θάνατός του, αποτέλεσε υπόδειγμα γενναιότητας και αυταπάρνησης για την απελευθέρωση της πατρίδας στην ελληνική ιστορία. Στην Ελλάδα θεωρείται σύμβολο του Μακεδονικού Αγώνα, και πολλά προσωπικά του αντικείμενα εκτίθενται τώρα στο Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα Θεσσαλονίκης και στο μουσείο «Παύλος Μελάς» στην Καστοριά.
Σήμερα, το όνομα του φέρει προς τιμή του το χωριό Στάτιστα ενώ πλήθος προτομών του στολίζουν πλατείες πόλεων μεταξύ των οποίων στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα, την Κοζάνη και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Στη Θεσσαλονίκη, μετά το πρόγραμμα Καλλικράτης, οι δήμοι Σταυρούπολης, Πολίχνης και Ευκαρπίας ενώθηκαν σε ένα δήμο με την ονομασία Παύλος Μελάς.
Ο τάφος του Παύλου Μελά όπως δημιουργήθηκε πρώτα στην Καστοριά. Φωτογραφία του 1904 του Λεωνίδα Παπάζογλου.
Πηγές
Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Εκδοτική Αθηνών, τόμος 6
Κωνσταντίνος Απ. Βακαλόπουλος « Ο Ένοπλος Αγώνας στη Μακεδονία 1904-1908», Εκδοτικός Οίκος Αντώνη Σταμούλη, 1999
Σπύρος Καρκαλέτσης «Μακεδονικός Αγώνας» έκδοση του περιοδικού «Ιστορικά Θέματα», 2003
Β. Γεωργίου « Η Μακεδονία στο Μάτι του Γιουγκοσλαυικού Κυκλώνα», Αθήνα 1992
eleftherostypos.gr